Ο κύριος στο παγκάκι τινάζεται απότομα. Το καπέλο του πέφτει στο έδαφος. Αυτός χαμογελά μέσα στον ύπνο του. Ένα περιστέρι κάθεται κοντά του, αλλά πετάει μακριά τρομαγμένο όταν ακούει ένα ελαφρύ ροχαλητό.
Μια ομάδα μικρών κοριτσιών αρχίζει να παίζει γύρω-γύρω-όλοι γύρω από το παγκάκι που κάθεται ο κύριος. Τραγουδάνε δυνατά, για να τον ξυπνήσουν, αλλά εκείνος δεν ξυπνά.
Μητέρες πλησιάζουν για να απομακρύνουν τα μικρά κορίτσια από τον κύριο που κοιμάται στο παγκάκι.
«Έτσι κοιμάται και ο άντρας μου κάθε μεσημέρι μετά το φαγητό. Καταβροχθίζει το πιάτο του, και ό,τι έχει απομείνει από το δικό μου και από της μάνας του· η χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια στα ύψη, αλλά αν νομίζει ότι θα μείνω εγώ μαζί του να του κάνω τη νοσοκόμα, είναι πολύ γελασμένος· λερώνει το τραπεζομάντιλο, λερώνει το πουκάμισό του, να μου βγαίνει η μέση εμένα κάθε μέρα να καθαρίσω, και αυτός να τα βρωμίζει όλα – να τον αφήσω μόνο του πρέπει, να τον φάνε τα σκουλήκια! Ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που τον παντρεύτηκα, αντί να πετάω από λουλούδι σε λουλούδι, όπως η ξαδέλφη μου», λέει μονορούφι μια κυρία σέρνοντας πίσω της με κόπο το καρότσι της λαϊκής.
«Αν… αν έχει πεθάνει; Δεν πρέπει να φωνάξουμε ένα ασθενοφόρο; Ένα γιατρό; Είναι πολλή ώρα έτσι,» ψιθυρίζει ένας νεαρός άνδρας με κοστούμι και γραβάτα.
Πλησιάζει στο παγκάκι, βγάζει ένα κουτί με απολυμαντικά μαντηλάκια, σκουπίζει προσεχτικά τα χέρια του επτά φορές από μέσα προς τα έξω και μετά επτά φορές από έξω προς τα μέσα. Μετά τυλίγει το χέρι του με ένα μαντηλάκι και σκουντά ελαφρά τον κύριο στο παγκάκι. Αυτός δεν αντιδρά. Ο νεαρός άνδρας απομακρύνεται τρομαγμένος ανοίγοντας νέο κουτί με απολυμαντικά μαντηλάκια.
Πέντε άνδρες πλησιάζουν. Σκουντάνε με δύναμη τον κύριο στο παγκάκι, του βγάζουν τις ωτοασπίδες και του φωνάζουν δυνατά…
Ένας μαύρος γάτος σκαρφαλώνει στο παγκάκι. Κοιτά τον κύριο στο παγκάκι σαν επιτηρητής σε εξετάσεις. Νιαουρίζει επίμονα, προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή του. Περιμένει υπομονετικά για λίγα λεπτά αλλά τίποτα. Το πλήγμα για τον εγωισμό του μαύρου γάτου είναι μεγάλο. Όλα κι όλα. Το όχι έχει μάθει να το δείχνει, όχι να του το δείχνουν. Με ένα σάλτο πηδά στο έδαφος και περνά μπροστά από μια κυρία που σταυροκοπιέται, φτύνει τρεις φορές στον κόρφο της και βρίζει σε άπταιστα γαλλικά.