Guest Story: Αν Ήταν Όλα Αλλιώς

Η Άννα ανοίγει το καπάκι της κατσαρόλας. Έτοιμο το φαγητό. Το αγαπημένο του Γιάννη. Μοσχάρι λεμονάτο με πατάτες. Κανονικά αποφεύγει να το μαγειρέψει, αλλά σήμερα είναι ξεχωριστή ημέρα. Σήμερα έχει τα γενέθλια του. Για σήμερα μόνο και μόνο για χάρη του θα ξεχάσει και τα τριγλυκερίδια και την χοληστερίνη.

Ο Γιάννης μπαίνει στην κουζίνα. Ένα αχνό χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη του. Τα πάντα πάνω στον Γιάννη είναι αχνά. Λιτά και μετρημένα. Αθόρυβα τραβά την καρέκλα για να κάτσει, αθόρυβα κάθεται. Ανοίγει την εφημερίδα δίπλα του και βυθίζεται αμέσως σε αυτήν όπως κάθε μέρα. Σαν να μην είναι τα γενέθλιά του.

Η Άννα αναστενάζει. Ο Γιάννης γυρίζει και την κοιτάζει.
«Ωραίο φόρεμα. Πολύ σου πάει.»
«Σε ευχαριστώ πολύ. Εσύ μου το πήρες πριν 3 χρόνια.»

Εκκωφαντική σιωπή.

Η Άννα τοποθετεί το πιάτο με δύναμη μπροστά του στο τραπέζι. Τα μάτια του Γιάννη καρφώνονται στα δικά της για λίγα δευτερόλεπτα, πριν ξαναβυθιστούν στην εφημερίδα.

Πολύ θα ήθελε να πει στην Άννα πόσο είχε κουραστεί να χάνει από ένα φάντασμα. Πόσο θα ήθελε να είναι αυτός το φάντασμα.

Η Άννα κάθεται απέναντι του.
«Αν θες και δεύτερη μερίδα, πες μου… Χαλάλι σήμερα που είναι τα γενέθλιά σου.»
«Εντάξει…»
«Από αύριο δίαιτα όμως, τα τριγλυκερίδια και η χοληστερίνη έχουν ανέβει!»
«Εντάξει…»
«Και έχεις παχύνει και λίγο τελευταία!»
«Εντάξει…»
«Να σταματήσεις να τρως αυτά τα κρουασάν με σοκολάτα που αγοράζεις από το περίπτερο, σε έχω δει που τα κρύβεις στο ντουλάπι!»
«Εντάξει…»
«Και τέρμα οι πίτσες και οι μακαρονάδες που παραγγέλνεις!»
«Εντάξει…»
«Δεν μπορώ να σε νταντεύω συνέχεια, κουράστηκα πια!»
«Εντάξει…»
«Θα γραφτώ στο γυμναστήριο εγώ. Πάει και η Ανθή, θα έχω παρέα.»
«Εντάξει…»
«Θα λείπω αρκετές ώρες από το σπίτι…»
«Εντάξει…»
«Λέω να πηγαίνω και για καφέ μετά…»
«Εντάξει…»
«Λέω να βρω και εραστή…»
«Εντάξει…»
«Αϊ στο διάολο πια εσύ και τα εντάξει σου, που δεν έχεις ακούσει λέξη από όσα σου λέω τόση ώρα! Που με κάνεις να σε βρίζω στα γενέθλιά σου! Αλλά δεν φταις εσύ, εγώ φταίω, που σε παντρεύτηκα! Αν είχα παντρευτεί τον Φερνάντο, θα κρεμόταν από τα χείλη μου, νερό έπινε εκείνος στο όνομα μου!»

Guest Story: Ο Κύριος στο Παγκάκι

Σε ένα παγκάκι στο πάρκο κάθεται ένας κύριος. Τα μάτια του είναι κλειστά. Το καπέλο που φορά του πέφτει συνεχώς στα μάτια. Όλο το φτιάχνει. Και αυτό όλο του ξαναπέφτει.

Περαστικοί τον παρακολουθούν από απόσταση, χωρίς να τον πλησιάζουν.

«Πρεζόνι είναι. Έχει στερητικό και δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του. Δεν τον βλέπετε που όλο πάει να σηκωθεί και δεν μπορεί; Γι’ αυτό κάθεται τόση ώρα. Έχω δει εγώ σαν κι αυτόν χιλιάδες,» λέει ένας αστυνομικός πίνοντας τον φραπέ του.

Και γιατί δεν πάτε να τον συλλάβετε; Αφήνετε κακοποιά στοιχεία να τριγυρίζουν στο πάρκο που παίζουν τα παιδιά μας;» λέει μια κυρία παρατηρώντας έντρομη στο καθρεφτάκι της μια νέα ρυτίδα.

«Στέλνω μήνυμα τώρα αμέσως για ενισχύσεις,» λέει ο αστυνομικός, στέλνοντας μήνυμα στην φίλη του να συναντηθούν στο γνωστό ξενοδοχείο σε μισή ώρα.

«Δεν είναι πρεζόνι, άστεγος είναι ο καημένος. Δεν βλέπετε πόσο βρώμικα και ταλαιπωρημένα είναι τα ρούχα του; Κρίμα είναι, νέο παιδί, στην ηλικία του γιου μου, ίδιο μπόι, ίδια κιλά… Έχω πολλά ρούχα να του φέρω, τόσα ρούχα που δεν φορά πια ο γιος μου, δεν χρειάζεται ρούχα εκεί που είναι, αέρας έχει γίνει σε ένα μικρό στενό…» λέει μια κυρία σκουπίζοντας βιαστικά με ένα μαντήλι τα μάτια της, που έχουν πλημμυρίσει με δάκρυα.

Ακολουθεί σιωπή, που κρατά όμως μόνο ένα λεπτό. Ήχος από σακούλα με πατατάκια που ανοίγει. Πατατάκια που διαλύονται σχεδόν στιγμιαία στο στόμα ενός μικρού αγοριού.

Μητέρες πλησιάζουν για να απομακρύνουν τα μικρά κορίτσια από τον κύριο που κοιμάται στο παγκάκι…

«Μαμά, να πάω να δώσω στον κύριο πατατάκια;» ρωτά το μικρό αγόρι τη μαμά του.

«Να κάτσεις εδώ που κάθεσαι. Σου έχω πει, δε μιλάμε ποτέ με αγνώστους», λέει η μαμά τραβώντας με δύναμη το μικρό αγόρι κοντά της.

«Είναι ο Χριστός! Είναι ο Μεσσίας! Ήρθε για να μας σώσει!» λέει εντυπωσιασμένος ένας τύπος στο αρκουδάκι που κρατά στην αγκαλιά του.